%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD%EF%BF%BD

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ ΟΜΑΔΑ ΔΡΑΣΤΩΝ ΓΙΑ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΒΑΡΕΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΞΙΑΣ  

Χειρισμός και εκπροσώπηση προς υποστήριξη της κατηγορίας: Παναγιώτης Θ. Κουμαριώτης 

Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης καταδίκασε οργανωμένη ομάδα δραστών που ενεργούσαν από κοινού υπεξαιρέσεις βαρέων οχημάτων, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Κατά την ακροαματική διαδικασία, οι κατηγορούμενοι επιδεικνύουν έμπρακτη μετάνοια και επιστρέφουν στην μηνύτρια εταιρεία το ένα από τα επίδικα υπεξαιρεθέντα οχήματα.

Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο διατύπωσε την ακόλουθη συλλογιστική:

«Από την διάταξη του άρθρου 375 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα [στην οποία ορίζεται ότι όποιος ιδιοποιείται παράνομα ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και, αν το αντικείμενο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Αν η συνολική αξία υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών] προκύπτει ότι για την στοιχειοθέτηση του εν λόγω εγκλήματος απαιτείται 1) το υλικό αντικείμενο της υπεξαιρέσεως να είναι κατά τη φυσική αντίληψη κινητό πράγμα, 2) να είναι αυτό ολικά ή μερικά ξένο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Δικαίου, 3) η κατοχή του πράγματος αυτού, κατά το χρόνο που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη, να έχει περιέλθει με οποιονδήποτε τρόπο στον δράστη, 4) παράνομη ιδιοποίηση του πράγματος από τον υπαίτιο, που υπάρχει όταν αυτή γίνεται χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη ή χωρίς την ύπαρξη άλλου δικαιολογητικού λόγου και 5) υποκειμενικά δόλια προαίρεση του δράστη, που εκδηλώνεται με οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία εμφανίζει εξωτερίκευση της θελήσεώς του, να ενσωματώσει το πράγμα, χωρίς νόμιμο δικαιολογητικό λόγο, στη δική του περιουσία. Χρόνος τελέσεως της υπεξαιρέσεως θεωρείται, σύμφωνα με το άρθρο 17 του Ποινικού Κώδικα, ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος εκδήλωσε την πρόθεσή του για παράνομη ιδιοποίηση του πράγματος και ενσωματώσεώς του στην περιουσία του με εμφανείς υλικές πράξεις (ΑΠ65/2017, 60/2017 Δημ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το ΑΚ 532 παρ. 1 αν στην πώληση έχει τεθεί όρος ότι ο πωλητής διατηρεί την κυριότητα έως ότου αποπληρωθεί το τίμημα, σε περίπτωση αμφιβολίας λογίζεται ότι η μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή επέρχεται μόλις πληρωθεί η αίρεση της αποπληρωμής του τιμήματος και ο πωλητής σε περίπτωση υπερημερίας του αγοραστή, έχει δικαίωμα είτε να απαιτήσει το τίμημα, είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, ασκώντας τα δικαιώματά του από την κυριότητα. Στην πρώτη περίπτωση η πώληση παραμένει και ο αγοραστής δεν διαπράττει υπεξαίρεση αρνούμενος την εκπλήρωση της ενοχικής υποχρέωσης προς αποπληρωμή του τιμήματος. Στην δεύτερη όμως, περίπτωση ο αγοραστής αν ιδιοποιηθεί παρανόμως το πράγμα, διαπράττει υπεξαίρεση τούτου (ΑΠ 65/2017, 376/2014, 920/2005, Δημ. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, κατά το άρθρο 45 του Ποινικού Κώδικα, αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού την αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης. Με τον όρο «από κοινού» νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ο κάθε αυτουργός θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ιδίου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται στο ότι ο καθένας συναυτουργός πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετόχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές, χωρίς να είναι απαραίτητο να αναφέρονται στην δικαστική απόφαση ή το βούλευμα οι επί μέρους πράξεις καθενός από αυτούς (ΑΠ 65/2017, Δημ. ΝΟΜΟΣ). Από το σύνολο των προσκομιζομένων αποδεικτικών στοιχείων και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, προέκυψε ότι την […] μεταξύ της πρώτης των κατηγορουμένων και της ανώνυμης εταιρείας […] συνήφθη σύμβαση πώλησης με παρακράτηση κυριότητας ενός φορτηγού οχήματος με στοιχεία […], έναντι συνολικού τιμήματος 150.000,00 ευρώ, με εγγυητές των δεύτερο και τον τρίτο των κατηγορουμένων. Κατά τη σύναψη της πώλησης καταβλήθηκε το ποσό των 10.000 ευρώ και συμφωνήθηκε το υπόλοιπο του τιμήματος να καταβληθεί σε 35 συνεχείς και αλληλοδιάδοχες δόσεις συνολικού ποσού […]. Ωστόσο, ύστερα από πληρωμή των τριών πρώτων δόσεων, οι κατηγορούμενοι κατέστησαν υπερήμεροι, λόγω μη πληρωμής των οφειλομένων δόσεων και εξεδόθη η υπ’ αριθμ. […] δικαστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Μολονότι η απόφαση αυτή επιδόθηκε στους κατηγορουμένους με τις υπ’ αριθμ. […] εκθέσεις επιδόσεως του Δικ. Επιμελητή […], οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν να επιστρέψουν το επίδικο όχημα, παρακρατώντας το παράνομα. Όλα τα παραπάνω αποδεικνυόνται και από τα προσκομισθέντα έγγραφα, χωρίς να αντικρούονται από αντίθετο αποδεικτικό στοιχείο. Συνακόλουθα, πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι και να τιμωρηθούν με την ποινή της […]. Τέλος, αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι έδειξαν ειλικρινή μετάνοια και επιδίωξαν να άρουν ή να μειώσουν τις συνέπειες της πράξεώς τους, αφού, όπως κατέθεσε ο εκπρόσωπος της ως άνω πωλήτριας εταιρείας, σήμερα παραδόθηκε το ένα από τα επίδικα υπεξαιρεθέντα οχήματα και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τους αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ. 2δ του Ποινικού Κώδικα». 

Το Γραφείο μου αναλαμβάνει με αποτελεσματικότητα τον χειρισμό πάσης φύσεως ποινικών υποθέσεων, τόσο από θέσεως υπεράσπισης όσο και από θέσεως υποστήριξης της κατηγορίας και ενώπιον παντός ποινικού δικαστηρίου, προσαρμόζοντας, κάθε φορά, τα κόστη της διαδικασίας στις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες του εκάστοτε ενδιαφερομένου εντολέα.